Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

1.     Να εξηγήσετε τι προβλήματα θα υπάρξουν -αν υπάρξουν-, για την αντίληψη των λογικών θετικιστών και του Popper για την επιστήμη αν γίνει δεκτή η θέση για τη διαμεσολάβηση της παρατήρησης από τη θεωρία (theory- ladenness of observation).

Ο κύκλος της Βιέννης δημιουργήθηκε σε μια προσπάθεια να απαλαχθεί η επιστήμη από διάφορες μεταφυσικές θεωρίες και από προτάσεις που στερούνται νοήματος. Για το λόγο αυτό οι Λογικοί Θετικιστές (ΛΘ) χρησιμοποίησαν εμπειρικά δεδομένα και προσπάθησαν να παράγουν εμπειρικούς νόμους από την παρατήρηση και τη θεωρία, προκειμένου να αντιστοιχήσουν θεωρητικούς όρους με τους παρατηρησιακούς. Όμως αυτό τους οδήγησε στο σολιψισμό, δεδομένου ότι κάθε εμπειρικός έλεγχος αναφέρεται στα ιδιωτικά δεδομένα των αισθήσεων κάθε παρατηρητή. Το παρατηρήσιμο επιπλέον έχει άμεση σχέση με τις δυνατότητες που μας παρέχει η τεχνολογία. Αν μια οντότητα ήταν κάποτε υποθετική, όπως ένα βακτήριο, σήμερα είναι παρατηρήσιμη. Επίσης τα ερωτήματα που θέτουν οι επιστήμονες στη φύση και ειδικότερα εκείνα που μπορούν να απαντηθούν άμεσα, συχνά συμβαδίζουν με το πνεύμα και τις ανάγκες της εποχής τους. Δηλαδή υπάρχει πρόβλημα υποκειμενικότητας και διαχρονικής ισχύος των εμπειρικών δεδομένων.
Ο Hanson διατύπωσε την άποψη ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καθαρή παρατήρηση. Η παρατήρηση διαμεσολαβείται από τη θεωρία (theory-ladeness). Αν ισχύει το theory-ladeness, τότε δεν μπορούμε να γίνουμε αντικειμενικοί με τα αισθητηριακά δεδομένα μας, όταν ήδη είμαστε προκατειλημένοι από τη θεωρία. Ένα πρόβλημα που προκύπτει για τους ΛΘ είναι ότι η θεωρία υπαγορεύει στους επιστήμονες που να στρέψουν την προσοχή τους. Αν η παρατήρηση επηρεάζεται από τη θεωρία δεν υπάρχει τελικά κριτήριο ελέγχου της θεωρίας. Μάλιστα σύμφωνα με τον Popper οι ίδιες οι θεωρίες υποθάλπτουν συγκαλυμμένες προσδοκίες. Από την άλλη μια μονάχα παρατήρηση που αντιβαίνει τη θεωρία αρκεί για να την καταρίψει.
Επίσης δεν μπορούμε να συγκρίνουμε και να επιλέγουμε ορθολογικά διαφορετικές θεωρίες όταν καθεμία ορίζει διαφορετικές οντότητες για τον κόσμο. Για παράδειγμα ο όρος «μάζα» έχει εντελώς διαφορετική σημασία στη Νευτώνεια φυσική απ’ ότι στη Θεωρία σχετικότητας του Άινσταιν, ή ο όρος «πλανήτης» έχει διαφορετικό νόημα στο γεωκεντρικό σύστημα του Πτολεμαίου απ’ ότι στο ηλιοκεντρικό του Κοπέρνικου.
Ο ισχυρισμός ότι η παρατήρηση διαμεσολαβείται από τη θεωρία δημιουργεί προβλήματα και στη θεωρία διαψευσιμότητας του Popper. Κατ’ αρχάς ο Popper αμφισβητούσε ότι μπορούμε να παρατηρήσουμε χωρίς καμία προκατάληψη ενώ θεωρούσε παράλογη την ιδέα «ότι μπορούμε να ξεκινήσουμε μόνο από καθαρή παρατήρηση χωρίς τίποτε που να μοιάζει με θεωρία». Δηλαδή φαίνεται να συμφωνεί με τον Hanson και φαινομενικά δεν δημιουργείται πρόβλημα για την αντίληψη του Popper, αν ισχύει το theory-ladeness. Μια θεωρία που μπορεί να διαψευστεί μπορεί να στηρίζεται σε μια πρόταση που είναι theory-laden. Παράδειγμα η θεωρία «όλοι οι κύκνοι είναι άσπροι», μπορεί να διαψευστεί αν βρεθεί ένας μαύρος κύκνος. Όμως η πρόταση «υπάρχει ένας μαύρος κύκνος» είναι επιφορτισμένη από τη θεωρία. Παρά το γεγονός ότι οι δύο αυτές θεωρίες διαψεύδουν η μία την άλλη, είναι και οι δύο διαψεύσιμες. Επομένως προκύπτουν δύο προβλήματα:
·         Οι παρατηρήσεις μας μπορεί να μην ακυρώνουν μια θεωρία, γιατί είναι συνδεμένες με την ίδια τη θεωρία.
·         Ποιά από τις δύο θεωρίες είναι λάθος αν διαψεύδονται και οι δύο;
Η διάψευση μιας πρότασης ή μιας θεωρίας είναι αβέβαιη. Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ποιά από τις υποθέσεις που συνθέτουν μια θεωρία διαψεύδονται όταν οι προβλέψεις μας με βάση τη θεωρία δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Επίσης με τη διαψευσιοκρατική μέθοδο του Popper χρησιμοποιούνται προτάσεις που εκφράζονται από παρατηρησιακά δεδομένα και προβλέπονται από τη θεωρία. Επομένως είναι αβέβαιο αν ακυρώνουν την ίδια τη θεωρία που καλούνται να ελέγξουν.


2.     Ο Τ. SKuhn στο βιβλίο του Η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων γράφει:«…οι αλλαγές Παραδειγμάτων όντως οδηγούν τους επιστήμονες να βλέπουν με διαφορετικό τρόπο τον κόσμο της ερευνητικής τους δραστηριότητας. Και αφού η μοναδική τους πρόσβαση σ’ αυτόν τον κόσμο είναι αυτά που βλέπουν και αυτά που κάνουν, μπορούμε να φτάσουμε να πούμε ότι μετά από μια επανάσταση, οι επιστήμονες λειτουργούν σ’ έναν διαφορετικό κόσμο». Εξηγήστε τη θέση αυτή με βάση τις απόψεις του Kuhn και να δείξετε γιατί η θέση αυτή έχει θεωρηθεί προβληματική.

Ο Kuhn θεωρεί ότι κάθε επιστημονικό παράδειγμα είναι εξ ορισμού συντηρητικό, με την έννοια ότι προσπαθεί να διατηρήσει τα γνωσιολογικά και θεσμικά πρότυπα που το χαρακτηρίζουν, εκπαιδεύοντας τους ερευνητές προς τα που θα προσανατολίσουν τη μελέτη της φύσης προς προεπιλεγμένες κατευθύνσεις. Ο νέος επιστήμονας αντιλαμβάνεται και αποδέχεται αυτές τις παραδοχές σαν αυταπόδεικτες αλήθειες, οι οποίες -φυσικά- δεν πρέπει να αμφισβητηθούν. Δεν υπάρχει κάποιο αμιγώς λογικό επιχείρημα ούτε κάποιο αποφασιστικό πείραμα που να επηρεάζει την λήψη της απόφασης υπέρ του ενός ή του άλλου παραδείγματος. Οι λόγοι αυτοί ποικίλουν και μπορεί να είναι η απλότητα, η βολικότητα της λύσης, η εξυπηρέτηση κάποιας κοινωνικής ανάγκης. Όταν το νέο παράδειγμα επικρατήσει, όπως επικρατεί μια πολιτική επανάσταση, επικρατεί νέα περίοδος ηρεμίας και ‘κανονικής επιστήμης’. Το νέο παράδειγμα είναι ασύμμετρο με το προηγούμενο. Εισάγει ένα νέο κοσμοείδωλο, μια νέα γλώσσα, νέα συστήματα μέτρων αξιολόγησης, διαφορετικές (ίσως) μεταφυσικές αρχές, και γενικά βλέπει και περιγράφει τον κόσμο διαφορετικά. Η επιλογή μεταξύ διαφορετικών παραδειγμάτων «αποδεικνύεται επιλογή μεταξύ ασύμβατων τρόπων ζωής της κοινότητας». Η μελέτη του γιατί οι επιστήμονες αλλάζουν παράδειγμα είναι θέμα ομαδικής ψυχολογίας και κοινωνιολογίας.
Η θέση ότι μετά την αλλαγή παραδείγματος μπορεί να εργάζονται σε διαφορετικούς κόσμους είναι προβληματική και έγινε αφορμή κριτικής στον Kuhn. Η άποψη του Kuhn μπορεί να δημιουργήσει το έδαφος στον ιδεαλισμό, στο σκεπτικισμό, στο σχετικισμό ή την οπισθοδρόμηση στην επιστήμη.
Ο φόβος του ιδεαλισμού ή της κατασκευασιοκρατίας, ο φόβος δηλαδή ότι ο κόσμος όχι μόνο μπορεί να παίρνει μορφή με βάση τις ιδέες, τις έννοιες, τις θεωρίες και τις παραδόσεις μας αλλά μπορεί να παράγεται από αυτές. Ο πραγματικός κόσμος, ο ανεξάρτητος από εμάς, υποχωρεί και χάνεται στην άγνοια. Οι πρακτικές μας, οι έννοιες και οι θεωρίες μας, συνθέτουν έναν ιστό που μας περιβάλλει και περιορίζει την οπτική μας. Έξω από αυτόν ένα χάσμα μας χωρίζει από έναν εικαζόμενο, ανεξάρτητο από εμάς, κόσμο.
Αναδύεται έτσι ο φόβος του σκεπτικισμού: Μπορούμε να αντιληφθούμε και να γνωρίσουμε μόνο αυτά για τα οποία μας έχουν ήδη προετοιμάσει οι έννοιες και οι θεωρίες μας. Δεν μπορούμε να υπερβούμε το χάσμα και να γνωρίσουμε τον κόσμο καθεαυτόν, ανεξάρτητα από τις έννοιες και τις θεωρίες μας. Οι προτάσεις της φυσικής επιστήμης που δεν είναι επιστημονικά θεμελιωμένες, σύμφωνα με το σκεπτικισμό είναι τυφλές και συνηθισμένες προσδοκίες.
Υπάρχει ο φόβος του σχετικισμού, ότι δεν υπάρχει τίποτε αντικειμενικό που να μπορεί να διευθετήσει τις μεγάλες διαφορές στις επιστημονικές θεωρίες και τις μεγάλες διαφορές στην αντίληψη. Όταν ακόμη και τα δεδομένα των αισθήσεων, που λειτουργούν ως το έσχατο πεδίο δικαιολόγησης, είναι διαποτισμένα από τις θεωρίες τις οποίες καλούνται να ελέγξουν και να δικαιολογήσουν, τότε δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τίποτε. Ο καθένας μπορεί να ισχυρίζεται πως ό,τι του φαίνεται αληθές, είναι αληθές.
Τέλος υπάρχει ο φόβος της οπισθοδρόμησης της επιστήμης. Κάθε κίνημα (στην επιστήμη, την τέχνη ή ακόμα και την πολιτική) δεν είναι απαραίτητα προοδευτικό. Μπορεί να είναι και αντιδραστικό. O Lakatos υποστήριξε ότι η θέση του Kuhn για την αλλαγή παραδείγματος καθιστά αδύνατη την διάκριση μεταξύ επιστημονικής προόδου και οπισθοδρόμησης και πρότεινε ότι η επιστημονική αλλαγή είναι το αποτέλεσμα ανταγωνισμού αντίπαλων επιστημονικών προγραμμάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.